Το ελαφρό τραγούδι (μέρος 1ο)

Η έλευση της τεχνολογίας


Όταν στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1930 η Ελλάδα απέκτησε τη δυνατότητα παραγωγής δίσκων, κάτι που μέχρι τότε γινόταν στο εξωτερικό, αλλά και με τα εγκαίνια του ραδιοφωνικού σταθμού Αθηνών το 1938, το σκηνικό άρχισε να αλλάζει. Τα τεχνικά μέσα πλέον, επέτρεψαν μια σχετικά γρήγορη διάδοση της μουσικής, έτσι ώστε το ελληνικό τραγούδι να αρχίσει σιγά – σιγά τις πρώτες προσπάθειες ανεξαρτητοποίησης από το θέατρο. Η έλευση της τεχνολογίας όμως εκτός από την εύκολη διάδοση, εξασφάλισε και την μεγαλύτερη πρόσληψη μουσικών πληροφοριών και μηνυμάτων από Ευρώπη και Αμερική.

Δίσκος της Columbia του'45


Οι επιρροές του ελαφρού τραγουδιού - Οι στίχοι


Στα τραγούδια που παράγονταν από τη δεκαετία του 1920, έπαψε πλέον η έντονη επιρροή του ιταλικού μπελ κάντο. Οι συνθέτες επηρεάσθηκαν από τη γαλλική σχολή τραγουδιού, δημιουργώντας τραγούδια ιδιαίτερα έντεχνα από μελωδική και αρμονική άποψη, συμβατών με το ρομαντικό κλίμα της εποχής και που μπορούσαν να λειτουργήσουν ως οικογενειακή αναψυχή. Ωστόσο σε πολλές περιπτώσεις, δεν δίσταζαν να αναμείξουν στις περίτεχνες μελωδίες και αρμονίες και μοτίβα ανατολίτικα ή ρυθμούς δανεισμένους από την ελληνική μουσική όπως τα 7/8.


Οι επιρροές όμως δεν σταμάτησαν στο γαλλικό τραγούδι. Το αργεντίνικο ταγκό, από τα τέλη της δεκαετίας του 1920, κατακτά τις καρδιές των αστών

όπως και άλλοι λατινοαμερικάνικοι ρυθμοί όπως το φοξ - τροτ, η σάμπα, η ρούμπα κ.ά. που ήλθαν να παραγκωνίσουν το βαλς που κυριαρχούσε μέχρι τότε, ενώ τζαζ ορχήστρες έκαναν την εμφάνισή τους στα πολυτελή νυχτερινά κέντρα της εποχής. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τραγούδια που ενσωμάτωναν τα νέα μηνύματα.
Οι στίχοι των τραγουδιών μιλούσαν κυρίως για τον έρωτα



αλλά και για τη διασκέδαση




και το κρασί







Θάνου Παπαδόπουλου: «Βγάλε τη μάσκα σου»


Το θέατρο και ο κινηματογράφος


Το θέατρο, και ιδιαίτερα τα θεατρικά είδη της Επιθεώρησης και της Οπερέτας συνέχισαν να παράγουν τραγούδια που αρκετά από αυτά εξελίχθηκαν σε μέγιστες επιτυχίες. Οι συνθέτες συνέδεσαν σε αρκετά μεγάλο βαθμό την μουσική τους παραγωγή με το θέατρο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Χρήστος Χαιρόπουλος που τα γνωστότερα τραγούδια του προέρχονται από τις οπερέτες που έγραφε για τις ανάγκες διαφόρων αθηναϊκών θεατρικών σκηνών.


Παράλληλα, ανάγκη για παραγωγή μουσικής και τραγουδιών προέκυψε και από την άνθιση του ελληνικού κινηματογράφου, ο οποίος από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 άρχισε να παράγει εντατικά ταινίες. Το ελληνικό σινεμά της εποχής προσέφερε στους συνθέτες βιοπορισμό αλλά και ένα ιδανικό πεδίο επεξεργασίας όλων των νέων μουσικών μηνυμάτων και ιδεών

H εταιρεία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, Μουσικών και Μεταφραστών, το συμβούλιο του 1950: Από αριστερά (όρθιοι), Κ. Γιαννίδης, Α. Γιαλαμάς, Μ. Σουγιούλ, Π. Παπαδούκας, Κ. Βελμόρας, Χ. Γιαννακόπουλος, (καθιστοί), Α. Σακελλάριος, Γ. Γιαννακόπουλος, Δ. Γιαννουκάκης.
Έτσι δημιουργήθηκε ολόκληρη κατηγορία τραγουδιών, τα λεγόμενα ελαφρά, η οποία απευθύνθηκε στη μεσαία και ανώτερη οικονομικά και κοινωνικά αστική τάξη.



Το εξώφυλλο της παρτιτούρας «Άστα τα μαλλάκια σου»

Η πρώτη σελίδα της παρτιτούρας



Οι συνθέτες
Πολλοί αξιόλογοι συνθέτες έδρασαν την εποχή εκείνη. 
Κάποιοι από αυτούς ήταν οι:

Κλέων Τριανταφύλλου ή Αττίκ ► (Αθήνα 1885 – 1944)


(Αθήνα ή Ζαγαζίκ Αιγύπτου ή, το και πιθανότερο, Τσαγκαράδα Πηλίου 1882/1885 - Αθήνα 1944): Υπήρξε συνθέτης και στιχουργός ελαφρών τραγουδιών (που τα ερμήνευε ο ίδιος: "chansonnier"), πιανίστας, και σκηνικός παρουσιαστής ("animateur"). Ήταν αναμφίβολα, ο μεγαλύτερος τραγουδοποιός της προπολεμικής Εποχής.


Γόνος πλούσιας οικογένειας Αιγυπτιωτών, τέλειωσε γύρω στο 1900 το Εθνικό Λύκειο Αθηνών και στη συνέχεια το Παν/μιο Αθηνών (Νομική), με σκοπό να ακολουθήσει το διπλωματικό στάδιο. Παράλληλα έκανε μαθήματα φλάουτου, με τον Ν. Κουλούκη στο Ωδείο Αθηνών (εγγράφηκε το 1902 και μάλιστα, το 1904, τιμήθηκε με Α΄ Έπαινο). Το 1907 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι για να συνεχίσει νομικές σπουδές, όμως γράφτηκε στο εκεί Ωδείο (μαθητής στα θεωρητικά των Εμίλ Πεσάρ και Καμίγ(ι) Σαιν-Σάνς) και τελικά τον απορρόφησε η ελαφρά μουσική και το θέατρο.
Έτσι, εργάστηκε ως ηθοποιός - "κονφερανσιέ", ενώ παράλληλα συνέθεσε 300 περίπου ελαφρά τραγουδια (πολλά από τα οποία σώζονται στο αρχείο της Δανάης Στρατηγοπούλου]]). Λέγεται ότι "ντεμπουτάρησε" το 1910 σε ένα "ταμπαρέν" (κάτι μεταξύ "καφέ-σαντάν" και "καμπαρέ") με το τραγούδι του "Malgré tout" ("Παρ' όλα αυτά"). Τα τραγούδια του άρεσαν στους Γάλλους, τυπώθηκαν στο Παρίσι και τραγουδήθηκαν από μεγάλες "βεντέτες" της εποχής (τον Μαγιόλ, τον Φραξόν, τη Μιστεγκέτ, τον Ντιζόν, κ.ά.). Mετέχοντας σε διάφορα συγκροτήματα περιόδευσε χώρες της Ευρώπης, της Αμερικής και της Αφρικής. To 1915 έδωσε 5 "μουσικές εσπερίδες" στη Θεσ/νίκη (Θέατρο Λευκού Πύργου) με την παρουσία των πριγκίπων Νικολάου και Χριστοφόρου. Το 1920-21 περιόδευσε στη Νότια Αμερική, τη Ρουμανία, τη Ρωσία, καταλήγοντας στην Πόλη. Εκείνη την εποχή μάλιστα, ως θερμός «βενιζελικός», έγραψε και το τραγούδι «Η μετανοιωμένη», υπαινισσόμενος την Ελλάδα που καταψήφισε τον Εθνάρχη στις εκλογές του 1920 («Έλα γλυκέ μου τύραννε, ξανατυράννησέ με, από το χέρι πάρε με, στην Πόλη πήγαινέ με. Μ' εσένα ζούσε αρχόντισσα και τώρα είμαι ζητιάνα, για δες με πώς κατάντησα, δεν με λυπάσαι πια; Την αγκαλιά σου άνοιξε, να βρω παρηγοριά»...).
Το 1926 επέστρεψε στην Αθήνα και το 1928 σχημάτισε με τα αδέλφια του Κίμωνα και Κορίννα, το "Τρίο Τριανταφύλλου", που για λίγο διάστημα πρόσφερε ελαφρά μουσική ποιότητας. Ωσπου, το 1930/31, κατάρτισε συγκρότημα (σε συνεργασία με τους Δ. Ευαγγελίδη, Βώττη και Παντελή Χόρν) εμφανιζόμενος στο προσωπικό του "σόου" που έμεινε στην Ιστορία (...τόπος, παράσταση και συμμετέχοντες) ως "[[Μάντρα|Μάντρα]] του Αττίκ" (λειτούργησε ώς την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου σε διάφορους χώρους περί την οδό Φωκίωνος Νέγρη: υπαίθριο θέατρο της οδού Μεθώνης, υπαίθριο θέατρο "Δελφοί" οδού Αχαρνών και από το 1938, στην ταβέρνα "Μονμάρτρη"). Μέσα από τη "Μάντρα" του (που υπήρξε αναμφίβολα η πρώτη αθηναϊκή μπουάτ..., δημιουργώντας "Σχολή") αναδείχτηκαν πολλές διασημότητες της νεότερης ελληνικής τέχνης: ο Ν. Μοσχονάς, ο Ορέστης Λάσκος, ο Μίμης Τραϊφόρος, η "Καλή Καλό", η Πάολα, ο Κ. Μπέζος, η Μπέμπα Δόξα, η Δανάη, , η Ήρα Μαρκοπούλου, η Κάκια Μένδρη, η Νινή Ζαχά, η Kαίτη Ντιριντάουα, ο Τάσος Βάμπαρης, η Λουΐζα Ποζέλι, ο μίμος Ζαζάς (με μπόι 2 μέτρα), ο Σταθόπουλος και προ πάντων, νέα φωνητικά ταλέντα όπως: η Μιτσούκο, ο Θάνος, η Ζωή Νάχη, η Αρία, η Ζανίνα, η Νίτσα Μόλλυ, η Αγγέλα Λυκιαρδοπούλου, η Καίτη Επισκόπου, ο Βάσος Σεϊτανίδης, ο Τόνυ Ράις, ο Θ. Αγγελόπουλος, ο Πύρπασος, η Κίτυ Άλμα, η Ντόλυ Φλίσκο, η Ρίτα Δημητρίου, ο Κορώνης, και πολλοί άλλοι. Η "[[Μάντρα|Μάντρα]]" κατά τους χειμωνιάτικους μήνες περιόδευε σε επαρχιακά κέντρα (ή την Αίγυπτο), ενώ κατά τη χειμερινή περίοδο του 1936 συνεργάστηκε με την ορχήστρα του Μπιάνκο και εμφανίστηκε στο θέατρο "Αλίκης".
Ο "Αττίκ" στη διάρκεια της "αθηναϊκής" του περιόδου συνέθεσε γύρω στα 200 τραγούδια, πολλά από τα οποία έγιναν μεγάλες επιτυχίες και τραγουδιούνται ώς σήμερα: "Τα καημένα τα νιάτα", "Αν βγουν αλήθεια", "Παπαρούνα", "Να ζει κανείς", "Τρεχαντήρι", "Μαραμένα τα γιούλια κι οι βιόλες", "Το οργανάκι", "Είδα μάτια πολλά", "Θαρρώ", "Έρημος, βαρύς και μόνος" (ή "Ο διαβάτης της ζωής"), "Ζητάτε να σας πω", "Τόσοι σού 'παν σ' αγαπώ", "Φαληράκι", "Το χρήμα", "Τί να την κάμω την ομορφιά σου", "Κι όμως" (1935), "Ειν' η αγάπη χίμαιρα" (1937), "Όταν σημάνει η ώρα", "Ακου Νανέτα", "Χωρίς εσένα το μυαλό μου αργεί", "Σερενάδα", "Κι αν μετανοιώσωμε", "Άδικα πήγαν τα νιάτα μου", "Παλιό βαλσάκι", "Ρώτα την καρδιά σου, ρώτα", "Της μιας δραχμής τα γιασεμιά", "Ας αλλάξουμε ομιλία", «Είναι αγάπες που ξεχνιώνται», «Μη μ' αγαπάς, δεν σ' το ζητώ ποτέ», "Xαβάγια", "Μυστήριο η γυναίκα", "Κατινιώ", "Ναι είν' αγάπες όπου σβήνουν", "Καινούργιο τραγούδι", "`Oταν μια αγάπη που νομίζαμε αιωνία", "Γιατί μεθώ", «Μια γωνίτσα», "Kάθε αγάπη", "Mην κλαις", "Xωρίς φιλί", "Τα τελευταία γιασεμιά", "Γιατί μεθώ", "Να της πεις", "Ακόμα ένα ταγκό", "Και τί μ΄αυτό;", "Το φαρμάκι", "Στερνή βαρκάδα", "Τί περίφημος καιρός", "Από μέσα πεθαμένος", "Το Μεράκι", "Μάργα, Μαργαρώ", "Στυμμένο το σταφύλι", «Πώς άλλαξ' ο κόσμος», «Σ' αγαπώ», κ.λπ. Επίσης τα κωμικά τραγούδια: "Ο Δημητράκης" ("Δεν σου πάει το πάχος Δημητράκη"), "Άλλαξ' ο κόσμος", "Αλήθεια σου το λέω", "Περσεφόνη", "Ο περιπλανωμένος Ιουδαίος", κ.λπ. Μεγάλο μέρος των τραγουδιών του μπορεί να δεχτεί το χαρακτηρισμό της "μπαλάντας". Συνέθεσε επίσης μουσική σε επιθεωρήσεις ("Περί Ψυρρή", "Κινηματογράφος", "Μάρε Νόστρουμ"), σε οπερέτες ("Τι είναι ο έρως", "Αφροδίτη της Μήλου") και σε δράματα ("Γιατί μεθώ"). Τέλος πρωταγωνίστησε στην ταινία "Τα χειροκροτήματα", του Γ. Τζαβέλλα (1944), που τον βιογράφησε. Αυτοκτόνησε τον Αύγουστο του 1944 πίνοντας ένα μπουκάλι "βερονάλ", αλλά ο ιατροδικαστής χαρακτήρισε το θάνατό του "δυστύχημα", αποδίδοντάς τον σε "οξεία δηλητηρίαση δια βερονάλης". (Η αλήθεια είναι ότι κάθε βράδυ ο "Αττίκ" έπινε "βερονάλ", γιατί αλλιώς δεν μπορούσε να κοιμηθεί...). Υπάρχει και η εκδοχή ότι εκείνες τις μέρες τον πρόσβαλαν και τον χτύπησαν κάτι Γερμανοί στρατιώτες κι αυτό απετέλεσε τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της ζωής ενός ευαίσθητου καλλιτέχνη που γερνούσε ολομόναχος... Το έργο του, χαρακτηριζόμενο από ποιητική και μουσική αρτιότητα, συνέτεινε τα μέγιστα στον "εξευρωπαϊσμό" του ελληνικού αστικού γούστου, επηρεάζοντας ταυτόχρονα πολυαριθμότατη χορεία οικτρών μιμητών...
Νά τι έγραψε γι' αυτόν ως "Νεκρολογία" ο Δημήτρης Μπόγρης ("Νέα Εστία", τ. 411-12: 1944): "Ο Κλέων Τριανταφύλλου, ο γλυκός τραγουδιστής, που έπεσε από τις σκληρές συνθήκες της σημερινής άχαρης ζωής, δεν χάρισε μονάχα στην Ελλάδα μας περίφημα τραγούδια γιομάτα αίσθημα και ευγένεια, μα συνέβαλε με την καλλιτεχνική του ιδιοσυγκρασία, την μεγάλη του μόρφωση, το σπινθηροβόλο πνεύμα του και προ παντός με την ακάματη εργατικότητά του, στην κίνησι για την ανύψωση της αισθητικής και διανοητικής στάθμης του μεγάλου κοινού, για τον εκπολιτισμό της χώρας. Γιατί αλήθεια δεν μου φαίνεται, πως θα γνωρίση στο μέλλον η πρωτεύουσα και η ελληνική επαρχία πιο ευχάριστο δροσερό και σοφό σχολείο από την "Μάνδρα" του μακαρίτη, καλού μου φίλου. Μέσα σε γέλια, σε τραγούδια, πειράγματα, καλαμπούρια, χτυπιόταν με αμείλικτο Αριστοφάνειο τρόπο ο "σνομπισμός", η ματαιοδοξία. η βλακώδης έπαρσις, η αμάθεια, η σοβαροφάνεια, η υποκρiσία, η βία, η επίδειξις του πλούτου. Ο ατσαλάκωτος ρωμιός, που σκότωνε το συγγενή του και το φίλο του πάνω στο γλέντι, στα βαφτίσια και στους γάμους για την "παρεξήγησι", έμαθε από τότε που αποφάσισε ο Κλέων ν΄αφίση το Παρίσι και τις "μπουάτ" της Μονμάρτρης και να εγκατασταθή μόνιμα στον τόπο μας, ν΄ανέχεται το αστείο και το πείραγμα και ν' απαντάη σ' αυτά όχι με την γροθιά του και την κάμα, αλλά με τα ιπποτικά και αναίμακτα όπλα του λόγου. Όσοι παρακολουθήσανε τακτικά τις παραστάσεις του μικρού και πρωτότυπου θεάτρου του "Αττίκ", θα θυμούνται τα ωραία και χαριτωμένα επεισόδια με τις ευέξαπτες παρέες και τους θαυμαστούς διαξιφισμούς του Αττίκ μαζί τους. Μονοκόμματοι και στενοκέφαλοι επαρχιώτες, ρηχοί και επηρμένοι "σνομπ", φουσκωμένοι σαν Ινδιάνοι άνθρωποι των όπλων, ψευτομορφωμένοι, ταρτούφοι με την ηθικολογία και την καλή συμπεριφορά υπό μάλης μόλις τολμούσαν να σηκώσουν το κεφάλι τους και να διαταράξουν την ατμόσφαιρα της μάνδρας, παρεδίδοντο χάρις στη διανοητική υπεροχή του Αττίκ απογυμνωμένοι από κάθε λεοντή, στην άγρια πρόγκα του κοινού. -'Κάτσε κάτω κρύε', ακουγόταν σαν δίκαιη διαμαρτυρία η φωνή του πλήθους. Και ο οποιοσδήποτε ταραξίας με κλονισμένο πια το ηθικό ή αποχωρούσε ή καθότανε ταπεινωμένος, πειθαρχημένος ... Η συμβολή του στον καλλιτεχνικό τομέα είναι αφάνταστα μεγάλη για το τόπο. Σε εποχή που οι διάφοροι ταγκογράφοι μας και άλλοι μουσουργοί και στιχογράφοι μας τάχαν βάλει με τη γυναίκα - θυμόσαστε την ωραία αυτή εποχή που τα τραγούδια μας θύμιζαν λιγάκι τους καννιβάλους "Θα σ' εκδικηθώ", "Θα μου το πληρώσης", "Σούπα μην ξαναμπλέξης με τη γυναίκα" κ.λπ. - οι συνθέσεις του Αττίκ ολόκληρα δικές του, αφού τους στίχους και τη μουσική τα έγραψε ο ίδιος, ερχόντουσαν σαν ειδυλλιακό τοπίο φωτισμένο από το γλυκύτερο φως του αισθήματος, να μας ξεκουράσουν από τα βάσανα και τις πίκρες της ζωής και να μας θυμίσουν πόσο πολύτιμος είναι για μας τους άντρες ο σύντροφος της ζωής μας, η γυναίκα ...". (Περισσότερες πληροφορίες, μπορεί να αντλήσει ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης από το βιβλίο για τον «Αττίκ» της [[[Δανάη]]ς Στρατηγοπούλου]]).

Ο Αττίκ στο πιάνο




Ο Αττίκ τραγουδά με κάποιες κοπέλλες




" Ιστορίες τραγουδιών "


Το πρόγραμμα της μουσικής παράστασης – διάλεξης που έδωσε ο Αττίκ το 1944




Εξώφυλλο παρτιτούρας




" Ο διαβάτης της ζωής " ή όπως έγινε γνωστό ως: " Ζητάτε να σας πω "











Αντώνης Βώττης ►(Αθήνα 1890; - 1970)
Θεατρικός επιχειρηματίας, επιθεωρησιογράφος και τραγουδοποιός. Είχε τη μόνιμη επιθεώρηση "Παπαγάλος" (στο θέατρο "Δελφοί") στην οποία, εκτός από τη γυναίκα του, τη φημισμένη τραγουδοποιό Λόλα Βώττη (με την οποία συνεργαζόταν) έγραφε και ο ίδιος τραγούδια (όπως: "Οι γλεντζέδες", "Μον΄ ο Ρωμιός", «Το στουπί», «Αεροπλάνο», «Κοθώνια», κ.λπ.). Επίσης συνεργαζόταν με τον Γιάννη Κυπαρίσση (όπως στο γνωστό "Κατινάκι μου") και με άλλους γνωστούς τραγουδοποιούς της επιθεώρησης (Αγγ. Μαρτίνο, Τ. Ξανθόπουλο, Α. Μαστρεκίνη). Πρωτοεμφανίστηκε ως επιθεωρησιογράφος το 1912 με το «Καρνέ» (που ο Ξενόπουλος χαρακτήρισε ως την καλύτερη επιθεώρηση της χρονιάς). Ξεκίνησε να γράφει τον «Παπαγάλο» το 1914 και τον συνέχισε ώς τα μέσα της δεκαετίας του 1930. Έγραψε επίσης την ετήσια επιθεώρηση «Χαρτοπόλεμος» (1919, 1923, 1924), και τη μουσική στην επιθεώρηση των Τ. Μωραϊτίνη-Πολ. Δημητρακόπουλου «Ξιφίρ-Μπαλέρ» (1920). Το 1923 και το 1931 προσπάθησε ανεπιτυχώς να ανάβιώσει τα «Παναθήναια». Ο Θ. Χατζηπανταζής στο βιβλίο «Η Αθηναϊκή Επιθεώρηση» (Εκδόσεις «Ερμής», 1977) γράφει ότι ο Βώττης εμφανιζόταν ορισμένες φορές στο πιάνο ως τραγουδιστής κι ακόμη, ως κωμικός. Επίσης δημοσίευε σκίτσα και σατιρικούς στίχους σε εφημερίδες και περιοδικά. Μετά τον Πόλεμο τα παράτησε όλα και υπηρέτησε ως υπάλληλος στον Δήμο Αθηναίων. Τελικά, παρά τη δόξα και τις εισπρακτικές επιτυχίες του, πέθανε εντελώς ξεχασμένος και πάμφτωχος, με μόνους παρόντες στην κηδεία του (κατά τον Κ. Μυλωνά) τον Π. Παπαδούκα κι έναν υπάλληλο της ΕΘΣ...


Αντώνης Βώττης


Αντώνης Βώττης «Κατινάκι μου» - Εξώφυλλο παρτιτούρας


Αντώνης Βώττης «Κατινάκι μου» - Η παρτιτούρα


♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦-♦

Πηγές: musicportal.gr
Αρχείο Θεατρικού Μουσείου
Musipedia

Ποίηση με soundtracks ταινιών βραβευμένων με Oscar

Φίλοι μου, γειά σας,

"Τι είναι ποίηση" αναρωτιέται ο ποιητής Γιώργος Παυλόπουλος… στν κδήλωση τοπεριοδικο «Γράμματα καΤέχνες» ποὺ ἔγινε πρς τιμήν του στ«Σπίτι τς Κύπρου» στς 8-12-1997.

"Αν ένα πουλί μπορούσε να πει με ακρίβεια τι τραγουδάει, γιατί τραγουδάει,
και τι είναι αυτό που το κάνει να τραγουδάει, δεν θα τραγούδαγε".
Παραλλάζοντας αυτή τη σημείωση του Πωλ Βαλερύ, η οποία παραπέμπει αμέσως στον Ποιητή και στην Ποίηση, θα λέγαμε: "Αν ένας ποιητής μπορούσε να πει με ακρίβεια τι γράφει, γιατί γράφει και τι είναι αυτό που τον κάνει να γράφει, δεν θα έγραφε".
Κι γ τώρα δν ξέρω ν σς π τί εναι Ποίηση κα γιατίγράφω ποιήματα. Πολ περισσότερο δν ξέρω ν σς π σ τίμς βοηθάει Ποίηση κα ποις εναι σκοπός της.

Τ μόνο πο ξέρω εναι πς Ποιητς ταν πάντα ναςφοσιωμένος τς Ζως. Ετε τν γεμίζει χαρά, ετε τν θλίβει Ζωή, ετε τν πάει στν Ορανό, ετε τν κατεβάζει στνΚόλαση, ατς μένει πάντα φοσιωμένος της.

Τ μυστήρια γάπη του γι τ Ζω δν χει λλο τρόπο ν τνκφράσει: γράφει ποιήματα. Νομίζω τι προσπαθε νὰἐκφράσει κυρίως ατ πο κρύβει ζωή. πως ρωταςκρύβει ατ πο μς κάνει ρωτευμένους.

Ποίηση λοιπν εναι πράξη ρωτική; μήπως πράξηπόγνωσης; μήπως κα τ δυό; Πράξη ρωτικ κα συνάμαπράξη πόγνωσης.

Γι τν ποιητικ πράξη χουν γραφτε πολλ κα διάφορα. Καὶἀπ τος διους τος τεχντες κα π τος θεωρητικούς.Πολλς φορς ο Ποιητς προσπάθησαν ν διατυπώσουν τννύπαρκτο ρισμ τς Ποίησης, σν ν κοίταζαν σ᾿ νανκαθρέφτη που δν βλεπαν τ πρόσωπό τους, λλ τὸἀπόλυτο κενό.

" Forrest Gump "
είναι ο τίτλος μιας βραβευμένης με Όσκαρ Αμερικάνικης ταινίας που βγήκε στις αίθουσες το 1994 και που αποτελεί διασκευή του ομώνυμου βιβλίου του Winston Groom (1986)
Συνθέτης της πρωτότυπης μουσικής ήταν ο Alan Silvestri, δουλειά που του εξασφάλισε μια υποψηφιότητα για Όσκαρ (τελικά έχασε το βραβείο από τη μουσική του "Lion King"). To Soundtrack περιλαμβάνει μια πληθώρα μουσικών κομματιών από τις δεκαετίες του 50', 60', 70' και 80', όλα από Αμερικανούς καλλιτέχνες. Ανάμεσά τους ο Έλβις Πρίσλεϋ, η Αρίθα Φράνκλιν, The Doors, o Μπομπ Ντίλαν, ο Ράντι Νιούμαν, The Supremes κ.ά.


Λέγονται για την ποίηση πολλά και κατά τεκμήριον απογοητευτικά: πως, μολονότι τέχνη υψηλή, έχει τα τελευταία χρόνια αφεθεί στην τύχη της κι έχει στριμωχτεί σ' έναν μοναχικό δρόμο, που δεν της επιτρέπει να επικοινωνήσει με το μεγάλο κοινό, οδηγώντας την στο περιθώριο και την αφάνεια• πως καταπιεσμένη από την υπερπαραγωγή του μυθιστορήματος δεν φτάνει ποτέ στα μέσα επικοινωνίας, που αδιαφορούν παντελώς για την υποδοχή και την προβολή της• πως φυλακισμένη μέσα σε τόση σκοτεινιά κινδυνεύει να χάσει τους αναπνευστικούς της πόρους, που κάποια στιγμή θα κλείσουν οριστικά• πως αποτραβηγμένη από τη δημόσια σκηνή βγαίνει από το οπτικό πεδίο των νέων, που σύντομα θα ξεχάσουν ακόμη και την ύπαρξή της.
  
" Schindler's List "----- Η Λίστα του Σίντλερ

Μουσική: John Williams
Bασισμένο στη νουβέλα Schindler's Ark του Thomas Keneally .
Έλαβε 12 υποψηφιότητες για Όσκαρ


"Oι ποιητές δεν βαδίζουν σε κεντρική λεωφόρο, δεν ακούγονται στις δημόσιες συζητήσεις
Το πιο ερεθιστικό, στοιχείο στη δημοσιότητα της σύγχρονης ποίησης είναι άλλο: η καθημερινή κινητικότητά της με τις απειράριθμες ζωντανές εκδηλώσεις και τις ποικίλες ιστοσελίδες που αφιερώνονται στη δουλειά της ", σχολιάζει ο ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
  
Κέρδισε 7 όσκαρ
Πρόκειται για την ταινία: " Dances with Wolves "
Χορεύοντας με τους λύκους

Μουσική γραμμένη από τον John Barry


" Η ποίηση είναι εδώ
Ως προς τις ζωντανές εκδηλώσεις, δεν είναι λίγες οι φορές που αποβάλλουν κάθε ακαδημαϊκό ένδυμα για να συγκεντρώσουν ένα πολυπληθές και κατά προτίμηση νεανικό κοινό, που συμμετέχει ενθουσιωδώς στα δρώμενα και μοιράζεται με τους ποιητές τις ανησυχίες και τα άγχη, αλλά και την ευφορία ή τις φιλοδοξίες τους."

" The Pianist"- - - - Ο Πιανίστας
είναι μια ταινία του Roman Polanski, παραγωγής 2002, με πρωταγωνιστή τον Adrien Brody. Αποτελεί κινηματογραφική μεταφορά της ομώνυμης αυτοβιογραφίας του Εβραίου Πολωνού μουσικού, Władysław Szpilman.
Τιμήθηκε με το Βραβείο Césars Μουσικής Κινηματογραφικής Ταινίας
Συνθέτης ο Wojciech Kilar.

Nocturne No. 4 in C sharp minor by Frédéric Chopin
Arrangement by Gregor Piatigorsky


..και καταλήγει ο κύριος Χατζηβασιλείου:

" Οι εκδότες δεν έχουν ευτυχώς αποσύρει την υποστήριξή τους από την ποίηση και, τα δημοσιογραφικά γραφεία γεμίζουν καθημερινά, ακόμη και μετά την κρίση, με ποιητικά βιβλία (ελληνικά πρωτότυπα, αλλά και πλήθος καλές μεταφράσεις), που ζητούν όλο και επιτακτικότερα την προσοχή μας. Ας είμαστε, λοιπόν, όσο πιο ψύχραιμοι γίνεται με την ποίηση κι ας τείνουμε ευήκοον ους όχι μόνο στη δημόσια δράση της, αλλά και στις εσωτερικές της διεργασίες, που γίνονται όλο και πιο περίπλοκες ή υποψιασμένες."

1492
Μουσική: ο δικός μας Βαγγέλης Παπαθανασίου

The theme "Conquest of Paradise" for Ridley Scott's "1492: Conquest of Paradise" (1992).


Θα ακούσουμε την εισαγωγή από την επική κινηματογραφική βιογραφική ταινία, αμερικανικής παραγωγής του 1962, σε σκηνοθεσία David Lean
" Lawrence of Arabia "
Ο Λώρενς της Αραβίας

Μουσική : Maurice Jarre


Και ο Κώστας Καρυωτάκης γράφει:
" Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις είναι το καταφύγιο που φθονούμε. "
  
Μουσική: John Williams

" Raiders of the Lost Ark"
Οι κυνηγοί της χαμένης κιβωτού

Με 4 βραβεία Όσκαρ.


« Θεωρώ ότι το να γράφεις ποίηση είναι δώρο Θεού...», μονολόγησε ο νομπελίστας Τούρκος συγγραφέας Ορχάν Παμούκ δηλώνοντας έτσι ανεπιτήδευτα την πίστη του στον ποιητικό λόγο.

" Kill Bill ", μια ταινία του Quentin Tarantino

Η μελωδία: "The lonely shepherd" γράφτηκε από τον James Last
Ο Gheorghe Zamfir αποδίδει αυτή τη σύνθεση παίζοντας αυλό του Πανός.


Η μουσική σύνθεση της ταινίας ανήκει στον James Horner
"ΤΙΤΑΝΙΚΟΣ "


Και ο Ορχάν Παμούκ συνεχίζει χαρακτηριστικά:
« Είναι αλήθεια ότι προσπάθησα να γράψω ποιήµατα στα 19 µου, αλλά απέτυχα. Εµένα δεν µου ψιθύρισε ο Θεός την ποίηση, ωστόσο προσπαθούσα πάντα να φανταστώ τι θα µου ψιθύριζε και έτσι έγραψα τα µυθιστορήµατά µου »

" Out of Africa "
ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΦΡΙΚΗ

Tην εξαιρετική μουσική επένδυση την οφείλουμε στον John Barry


" Κι λόκληρο τ γνωστο
τν ρα πο βραδιάζει…"

1966
Μουσική από την ταινία "Εκδρομή" του Τάκη Κανελλόπουλου.
Στην κιθάρα ο σπουδαίος  Γεράσιμος Μηλιαρέσης


Play it, Sam

Θρυλική πια ταινία:
" Casablanca "

ΑΠΟ ΤΗ ΧΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΜΠΟΓΚΑΡΤ-ΜΠΕΡΓΚΜΑΝ ΚΑΙ ΤΗ ΡΟΜΑΝΤΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΥΠΟΚΡΟΥΣΗ ΤΟΥ ΜΑΞ ΣΤΑΙΝΕΡ ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΣΚΗΝΟΘΕΤΙΚΗ ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΙΚΟΥ DIRECTOR ΜΑΙΚΛ ΚΕΡΤΙΖ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ -ΟΠΟΥ Η ΜΙΑ ΑΞΕΧΑΣΤΗ ΑΤΑΚΑ ΔΙΑΔΕΧΕΤΑΙ ΤΗΝ ΑΛΛΗ-, ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΦΟΡΕΣ Η ΧΡΥΣΗ ΧΟΛΙΓΟΥΝΤΙΑΝΗ ΣΥΝΤΑΓΗ ΕΧΕΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΙ ΜΕ ΤΟΣΟ ΑΞΙΟΘΑΥΜΑΣΤΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ. ΕΝΑ ΚΟΜΨΟΤΕΧΝΗΜΑ ΤΟΥ ΚΛΑΣΙΚΟΥ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΙΝΕΜΑ ΠΟΥ ΤΙΜΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΡΙΑ ΟΣΚΑΡ (ΤΑΙΝΙΑΣ, ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑΣ, ΣΕΝΑΡΙΟΥ) ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΟΚΤΩ ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ.

Το Soundtrack συνέθεσε ο Herman Hupfeld


Ας αλλάξουμε κλίμα και ας βρεθούμε κάτω από την βροχή… Τα βήματά μας συνοδεύει η μουσική του Nacio Herb Brown

" Singing in the rain "


''Αύριο'', λες,
και μέσα σ’ αυτήν τη μικρή αναβολή παραμονεύει ολόκληρο
το πελώριο ''ποτέ''.

Να 'σαι τόσο πρόσκαιρος, και να κάνεις όνειρα
τόσο αιώνια!...........
  
Δύο κιθάρες: Ο Νότης Μαυρουδής και ο Παναγιώτης Μάργαρης
Ένα βαλς για τον τελευταίο του χορό με την κόρη του, στο γάμο της.
Η Ελένη Καραΐνδρου υπογράφει τη μουσική στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου: ‘’ Ο μελισσοκόμος ‘’


" Βλέπω τα σημάδια από τα λουριά
Στο δέρμα στολίδια να στέκονται..
Αυτό ήταν το χρυσάφι μας "

Διαλέγω τρεις όμορφους στίχους από το ποίημα " Θυμάμαι – βλέπω – ζω " του Ηλία Παπακωνσταντίνου

" The Sting "
Το κεντρί

Ο      Marvin Hamlisch που ανέλαβε τη μουσική επένδυση της ταινίας διασκεύασε το μουσικό κομμάτι  "The Entertainer" του SCOTT JOPLIN


" The green leaves of summer "

Γνωστή αγαπημένη μελωδία…Ίσως δεν γνωρίζετε, πως γράφτηκε για το western  " The Alamo "
1960
Μουσική :Dimitri Tiomkin



Η μαγική μουσική του Nino Rota από την ταινία-σταθμό του
Federico Fellini)

"Amarcord "
ΘΥΜΑΜΑΙ….




Καλή σας νύχτα, φίλοι μου…..